Ο Αλέξανδρος Χούντας είναι πολυάλαντος. Ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας, τραγουδιστής, ραδιοφωνικός παραγωγός. Φέτος ξεχωρίζει με μια παράσταση που έγραψε, σκηνοθέτησε και ερμηνεύει εκείνος, Μια παράσταση που βασίζεται σε μια αληθινή τραγική ιστορία. Την ιστορία ενός 17χρονου παιδιού που δολοφονήθηκε από την ίδια του τη μάνα, επειδή ήταν… ομοφυλόφιλος.
Σήμερα ο Αλέξανδρος Χουντάς, μιλάει στο okmag για την παράσταστη «ΕΣΥ» που μπορούμε να δούμε κάθε Πέμπτη στο θέατρο Αλκμήνη. Δίνει το δικό του ηχηρό μήνυμα για τη διαφορετικότητα αλλά και όσα μας ενοχλούν και μας πληγώνουν στην καθημερινότητά μας. Και δυστυχώς δηλώνει στο okmag ότι έχει γνωρίσει νέα παιδιά που έχουν υποστεί κακή συμπεριφορά και βία από τους γονείς τους όπως ακριβώς και ο ήρωας της παράστασής του που τον ενέπνευσε για να τη δημιουργήσει.
Κάθε Πέμπτη στο θέατρο Αλκμήνη το «Εσύ» μια παράσταση βασισμένη σε μια αληθινή ιστορία, ενός 17χρονου που δολοφονήθηκε από την ίδια του τη μητέρα γιατί ήταν gay. Tι σε έκανε να διαλέξεις να γράψεις, να παίξεις και να σκηνοθετήσεις αυτό το έργο;
Καταρχάς, το γεγονός ότι “έπεσα” εντελώς τυχαία πάνω στην είδηση αυτή σε μία έρευνα που έκανα στο διαδίκτυο. Είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύω πως τίποτα δεν γίνεται τυχαία.
Έπειτα δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ότι αυτό που διάβαζα, συνέβη πραγματικά και μάλιστα ότι δεν το μάθαμε και ποτέ. Ο βασικότερος, όμως, λόγος που είπα στον εαυτό μου “κάν’ το!” ήταν γιατί ένιωσα ότι η “φωνή” αυτού του παιδιού – φωνή που του στέρησε η ίδια του η μάνα αλλά και η γεμάτη μίσος κοινωνία – είναι αναγκαίο να ακουστεί.
Τι μήνυμα θέλεις να περάσεις μέσα από αυτή την παράσταση;
Η παράσταση έχει πολλαπλά μηνύματα γι’ αυτό νομίζω αγγίζει και κάθε θεατή που την παρακολουθεί.
Επίσης, σε πολλά σημεία έχει και χιούμορ. Μπορεί στο επίκεντρο να βρίσκεται το (πραγματικό) γεγονός και η “διαφορετικότητα” του ήρωα αλλά στην πραγματικότητα το παιδί αυτό μιλάει για πάρα πολλά διαφορετικά πράγματα. Όχι μόνο για την ομοφοβία αλλά για πολλά κοινωνικά φαινόμενα, στερεότυπα, αντιλήψεις, για τη φύση και τα ζώα, για την ψυχαναγκαστική ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, το μίσος, την αποδοχή, τη μουσική, τα social media και κυρίως γι’ αυτά που ξεχνάμε ότι έχουμε και τα θεωρούμε δεδομένα ενώ δεν είναι. Και είναι αρκετά για να είμαστε ευτυχείς.

Πιστεύεις ότι στην Ελλάδα οι γονείς πλέον αποδέχονται όλο και περισσότερο τις σεξουαλικές επιλογές των παιδιών τους ή όχι;
Σαφώς έχουν γίνει μεγάλα βήματα τόσο από τους γονείς όσο και από την κοινωνία συνολικά.Όχι, όμως, ακόμα αυτά που οφείλουν να γίνουν.
Έχεις ακούσει από φίλους ή γνωστούς να έχουν βιώσει κακές συμπεριφορές από τους γονείς τους επειδή τους ομολόγησαν ότι ειναι ομοφυλόφιλοι;
Δυστυχώς, ναι. Και δεν πίστευα αυτά που άκουγα. Τώρα που το σκέφτομαι ξανά, αυτοί οι άνθρωποι που μου έχουν εκμυστηρευτεί τις προσωπικές τους ιστορίες, ίσως υποσυνείδητα να είναι και ο πρώτος λόγος που αποφάσισα να δημιουργήσω το “Εσύ”.
Παρά το γεγονός ότι οι καιροί έχουν αλλάξει υπάρχουν ακόμα πολλοί gay που βιώνουν ρατσισμό και μπούλινγκ. Πώς το σχολιάζεις;
Σαφέστατα. Στην περίπτωση των gay, θεωρώ ότι οι περισσότεροι που τους κάνουν bullying, είναι οι ίδιοι τις περισσότερες φορές κρυφοgay που τρέμουν να το παραδεχτούν. Κι επειδή αδυνατούν να αποδεχτούν τις κρυφές τους επιθυμίες, “ξερνάνε” μίσος γι’ αυτό που οι ίδιοι δεν μπορούν να ζήσουν, επιλέγοντας να είναι “ατσαλάκωτοι” και “σιδερωμένοι” στην κοινωνία των “πρέπει” και των “μη”.
Σκεφτείτε το.Αλλιώς γιατί να μισείς κάτι, το οποίο δεν σε αφορά ή δεν σε αγγίζει; Δεν είναι όμως μόνο οι gay στο επίκεντρο.Το bullying είναι μια καθημερινή κατάσταση, την οποία ζούσαμε πάντα.
Έχουμε γαλουχηθεί έτσι. Απλώς τώρα της δώσαμε ένα όνομα. Δεν το έχουμε καταπολεμήσει όμως.
Αντιθέτως. Απλώς τώρα κοιτάζουμε να είμαστε “ευπρεπείς” και κοινωνικά ευσυνείδητοι μπροστά στους άλλους υποστηρίζοντας ότι είναι political correct αλλά μόλις “στρίψουμε στη γωνία” και βρεθούμε στο οικείο μας περιβάλλον, λέμε “είδες τί φόραγε η χοντρή;” ή “ο τάδε είναι κι αυτός αδερφή;”. Τίποτα δεν έχει αλλάξει.

Πιστεύεις ότι θα ταυτιστούν με το έργο όσοι έχουν νιώσει οποιαδήποτε μορφή καταπίεσης;
Ξεκάθαρα. Γιατί όλοι μας έχουμε βιώσει καταπίεση σε οποιαδήποτε μορφή.
Και όχι μόνο. Ταυτίζονται όλοι οι θεατές γιατί το έργο μιλάει για πολλά και σημαντικά πράγματα.
Κυρίως, όμως, για κάτι που μας απασχολεί όλους. Τη σχέση με τη μάνα, τον γονιό μας.Κι αυτό μας απασχολεί όλους ανεξαρτήτως αν έχουμε την καλύτερη ή τη χειρότερη μάνα, ανεξαρτήτως αν τη χάσαμε ή αν δεν την γνωρίσαμε ποτέ!
Πώς προσέγγισες τον ρόλο;
Με αλήθεια. Μόνο. Και σεβασμό. Ο ρόλος αυτός είναι το μεγαλύτερο δώρο γιατί με έβγαλε από τις υποκριτικές μου ευκολίες. Δεν σκέφτομαι τίποτα. Συγκινούμαι αληθινά. Αυτό δεν μου έχει ξανασυμβεί σε τέτοιο βαθμό τόσα χρόνια που είμαι στη δουλειά.Γιατί σε κάθε παράσταση τόσο οι θεατές, όσο κι εγώ λέμε στον εαυτό μας “Αυτό το παιδί, θα μπορούσες να είσαι εσύ!”…

Λίγα λόγια για την παράσταση
Ο Ίτα είναι 17 χρονών. Είναι ομοφυλόφιλος. Ο ίδιος έχει αποδεχτεί τη σεξουαλικότητα του ενώ η μητέρα του τον αρνείται. Σε ένα τυχαίο μέρος γνωρίζει μία άστεγη που σίγουρα δεν είναι τυχαία. Αυτή η γνωριμία του δίνει το θάρρος να προβεί σε μία ύστατη προσπάθεια να μιλήσει ανοιχτά με τη μητέρα του, με την ελπίδα να κερδίσει την αποδοχή της.
Ένας σπαρακτικός μονόλογος, μία κραυγή απόγνωσης ενός εφήβου που ασφυκτιά μέσα σε μία κοινωνία βυθισμένη στα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις, τους φόβους. Ένα προσωπικό coming out του ήρωα και συνάμα μία ευαίσθητη κριτική στην κοινωνία που γυρίζει την πλάτη στη διαφορετικότητα μαθαίνοντας στα παιδιά της από μικρή ηλικία να μισούν.
«Και η δική μου φωνή πότε θα ακουστεί;»
Ο μονόλογος «Εσύ» βασίζεται σε πραγματικό γεγονός που συνέβη στη Βραζιλία όταν μία μάνα σκότωσε τον ίδιο της το γιο λόγω των σεξουαλικών του προτιμήσεων.
Ο Αλέξανδρος Χούντας υπογράφει το κείμενο, υποδύεται το ρόλο του εφήβου και σκηνοθετεί την παράσταση με σύγχρονη μάτια και με έμφαση στο ζήτημα της αποδοχής. Την πρωτότυπη μουσική της παράστασης υπογράφει ο Μιχάλης Δέλτα φωτίζοντας μοναδικά την ευαισθησία και τις ρωγμές του ήρωα. Επί σκηνής και η Κατερίνα Λουτσοπούλου σε ρόλο σύμβολο της ρομαντικής πλευράς του ανθρώπου, εκείνου που όλα τα έχει χάσει κι όμως παραμένει άνθρωπος. Τη φωνή της στην παράσταση χαρίζει η Παναγιώτα Βλαντή.